Απόσπασμα - Το Βιβλίο της ανησυχίας Μπερνάντο Σοάρες (Φερνάντο Πεσσόα)

Όλη η ζωή της ανθρώπινης ψυχής είναι κίνηση στο μισοσκόταδο. Ζούμε στο ημίφως στη συνείδησης, ποτέ σε αρμονία με αυτό που είμαστε ή με αυτό που υποθέτουμε ότι είμαστε. Στους καλύτερους από μας ζει η ματαιοδοξία κάποιου πράγματος, και υπάρχει ένα σφάλμα οπτικής γωνίας που αγνοούμε. είμαστε κάτι που διαδραματίζεται στο διάλειμμα ενός θεάματος. Ενίοτε από μερικές πόρτες διακρίνουμε αυτό που ίσως είναι μόνο διάκοσμος. Όλος ο κόσμος είναι συγκεχυμένος, σαν φωνές μέσα στη νύχτα.
Γνωρίζουμε με βεβαιότητα ότι κάθε έργο πρέπει να είναι ατελές, και ότι ο πλέον επισφαλής των αισθητικών μας στοχασμών θα αφορά αυτό που γράφουμε. Αλλά το καθετί είναι ατελές, δεν υπάρχει ηλιοβασίλεμα που να μη μπορεί να υπάρξει άλλο ωραιότερό του, ή αύρα ελαφριά που μας φέρνει ύπνο, που να μη μπορεί να μας φέρει ησυχότερο ύπνο. Έτσι, στοχαζόμενοι το ίδιο βουνά και αγάλματα, απολαμβάνοντας το ίδιο ημέρες και βιβλία, και κυρίως ονειρευόμενοι, το καθετί για να το μετατρέψουμε στην πιο μυστική μας ουσία, θα κάνουμε επίσης αναλύσεις και περιγραφές, οι οποίες μόλις πραγματοποιηθούν γίνονται πράγματα ξένα, που μπορούμε να τα απολαύσουμε σαν να ερχόταν με το απόβραδο.
--
Η σιωπή που βγαίνει από τον ήχο της βροχής διασκορπίζεται, σ' ένα κρεσέντο αυξανόμενης μιελαγχολίας, στο στενό δρόμο που κοιτάζω. Κοιμάμαι ξύπνιος, όρθιος πάνω στο τζάμι, πάνω στο οποίο ακουμπάω όπως και πάνω στο καθετί. Αναζητώ μέσα μου ποιες είναι οι αισθήσεις που νιώθω μπροστά σε αυτή τη διάσπαρτη πτώση του νερού, που με τη σκοτεινή του φωτεινότητα ξεχωρίζει από τις βρόμικες προσόψεις και, ακόμα περισσότερο, από τα ανοιχτά παράθυρα. Και δεν ξέρω τι νιώθω, δεν ξέρω τι θέλω να νιώσω, δεν ξέρω ούτε τι σκέφτομαι ούτε τι θέλω.

Όλη η αναβλυμένη πίκρα της ζωής μου αποδύεται, στα χωρίς αισθήσεις μάτια μου, το ένδυμα της φυσικής ευθυμίας που χρησιμοποιεί στις επαναλμβανόμενες περιστάσεις της καθημερινότητας. Διαπιστώνω πως, πολλές φορές εύθυμος, πολλές φορές ευχαριστημένος, είμαι πάντα λυπημένος. Κι αυτός που μέσα μου κάνει αυτή τη διαπίστωση είναι από πίσω μου, μοιάζει σα να σκύβει πάνω από το σώμα μου, που είναι ακουμπισμένο στο παράθυρο, και να κοιτάζει πάνω από τους ώμους μου, ή ακόμα και πάνω από το κεφάλι μου, με μάτια πιο προσωπικά από τα δικά μου, τη σιγαλή βροχή, που ήδη κυματίζει ελαφριά, να χαράζει με τη κίνησή της τη σκοτεινή και άσχημη ατμόσφαιρα.


Να εγκαταλέιψουμε όλα τα καθήκοντα, ακόμα κι αυτά που κανείς δε μας τα επιβάλλει, να αποποιηθούμε όλες τις εστίες, ακόμα κι αυτές που δεν υπήρξαν δικές μας, να ζήσουμε με το ακαθόριστο και το ίχνος, ανάμεσα σε μεγάλες πορφύρες τρέλας και ψεύτικες δαντέλες ονειρεμένων μεγαλειοτήτων...Να είμαι κάτι που δεν αισθάνεται το βάρος της εξωτερικής βροχής, ούτε τη θλίψη του εσωτερικού κενού...Να περιπλανιέμαι χωρίς ψυχή μήτε σκέψη, αίσθηση χωρίς την αίσθησή της, μέσ' από δρόμους που κάνουν το γύρο των βουνών, από κοιλάδες χωμένες ανάμεσα σε απόκρημνες πλαγιές, μακρινός, απορροφημένος και μοιραίος... Να χάνομαι ανάμεσα σε τοπία σαν πίνακες. Μη ον μακριά και χρώματα...
_____________________________________________________________________
Μπερνάντο Σοάρες (Φερνάντο Πεσσόα)
Απόσπασμα - Το Βιβλίο της ανησυχίας - Εξάντας

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια