Ο Jonathan Douglas Lord όπως είναι το κανονικό του όνομα, γεννήθηκε στις 9 Ιουνίου το 1941 στο Leicester της Αγγλίας. Από πολύ μικρή ηλικία, όταν ήταν μόλις 5 ετών, άρχισε να διδάσκεται κλασσικό πιάνο. Από τις βασικές επιρροές του, ήταν ο Sebastian Bach, η μεσαιωνική μουσική και Edward Elgar, Άγγλος συνθέτης του 19ου και 20ου αιώνα. Παράλληλα, ανέπτυξε και μία αγάπη για τα blues τα οποία έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην πορεία του.
Το 1959, μετακόμισε στο Λονδίνο για να ακολουθήσει μαθήματα υποκριτικής στο Central School Of Speech and Drama στο Sweet Cottage. Εκεί έπαιξε μικρούς ρόλους και συνέχιζε να παίζει πιάνο σε clubs ως session μουσικός. Την επόμενη χρονιά άρχισε η καριέρα τους ως μέλος συγκροτήματος με τους Bill Ashton Combo ένα jazz συγκρότημα, το οποίου ο ηγέτης, Bill Ashton, έπαιξε κύριο ρόλο στην εκπαίδευση της jazz μουσικής στην Αγγλία. Σύντομα ο Lord μαζί με τον Ashton, μπήκαν στις τάξεις των Red Bludd’s Bluesicians (γνωστοί και με το όνομα The Don Wilson’s Quartet) μέλος των οποίων ήταν και ο Arthur “Art” Wood. Μετά την διάλυση τους οι Wood και Lord, μαζί με τον drummer Red Dunnage, έφτιαξαν τους Art Wood Combo, οι οποίοι κυκλοφόρησαν το δίσκο “Art Gallery” το 1966.
Το 1967 ο Lord, έφτιαξε τους Santa Barbara Machine Head, ακόμα ένα blues συγκρότημα, το οποίο στις τάξεις του περιελάμβανε και τον μικρό αδερφό του Wood, τον Ronnie Wood, ο οποίος λίγα χρόνια αργότερα, το 1975, θα γινόταν μέλος των Rolling Stones. Το συγκρότημα ηχογράφησε μόλις τρία ορχηστρικά κομμάτια τα οποία κυκλοφόρησαν τον επόμενο χρόνο στην συλλογή “Blues Anytime Vol. 3”. Το συγκρότημα διαλύθηκε λίγους μήνες μετά τη δημιουργία του.
Εκείνη την περίοδο ο Lord, συνάντησε μέσω του συγκάτοικου του, Chris Curtis, τον επιχειρηματία Tony Edwards, ο οποίος ήθελε να επενδύσει στη μουσική. Τότε ήταν που ο Lord, συνάντησε τον Richie Blackmore για πρώτη φορά. Το τρίο όμως δεν κατάφερε και πολλά λόγω της συμπεριφοράς του Curtis. Ο Edwards όμως είχε ενθουσιαστεί από τον Lord και του ζήτησε να φτιάξει ένα συγκρότημα. Ο Lord, επικοινώνησε με τον μπασίστα Nick Simper με τον οποίο είχε συνεργαστεί παλαιότερα και κάλεσε τον Blackmore από το Αμβούργο όπου κατοικούσε. Η αρχική επιλογή για το συγκρότημα ήταν ο Bobby Woodman, αλλά τελικά την θέση πήρε ο Ian Paice, ο οποίος είχε έρθει μαζί με τον Rod Evans όταν έκανε audition για τα φωνητικά. Το συγκρότημα αρχικά ονομάστηκε Roundabout αλλά τον Μάρτιο του 1968 πήραν την μορφή “Mark Ι” των Deep Purple.
via
Το 1959, μετακόμισε στο Λονδίνο για να ακολουθήσει μαθήματα υποκριτικής στο Central School Of Speech and Drama στο Sweet Cottage. Εκεί έπαιξε μικρούς ρόλους και συνέχιζε να παίζει πιάνο σε clubs ως session μουσικός. Την επόμενη χρονιά άρχισε η καριέρα τους ως μέλος συγκροτήματος με τους Bill Ashton Combo ένα jazz συγκρότημα, το οποίου ο ηγέτης, Bill Ashton, έπαιξε κύριο ρόλο στην εκπαίδευση της jazz μουσικής στην Αγγλία. Σύντομα ο Lord μαζί με τον Ashton, μπήκαν στις τάξεις των Red Bludd’s Bluesicians (γνωστοί και με το όνομα The Don Wilson’s Quartet) μέλος των οποίων ήταν και ο Arthur “Art” Wood. Μετά την διάλυση τους οι Wood και Lord, μαζί με τον drummer Red Dunnage, έφτιαξαν τους Art Wood Combo, οι οποίοι κυκλοφόρησαν το δίσκο “Art Gallery” το 1966.
Το 1967 ο Lord, έφτιαξε τους Santa Barbara Machine Head, ακόμα ένα blues συγκρότημα, το οποίο στις τάξεις του περιελάμβανε και τον μικρό αδερφό του Wood, τον Ronnie Wood, ο οποίος λίγα χρόνια αργότερα, το 1975, θα γινόταν μέλος των Rolling Stones. Το συγκρότημα ηχογράφησε μόλις τρία ορχηστρικά κομμάτια τα οποία κυκλοφόρησαν τον επόμενο χρόνο στην συλλογή “Blues Anytime Vol. 3”. Το συγκρότημα διαλύθηκε λίγους μήνες μετά τη δημιουργία του.
Εκείνη την περίοδο ο Lord, συνάντησε μέσω του συγκάτοικου του, Chris Curtis, τον επιχειρηματία Tony Edwards, ο οποίος ήθελε να επενδύσει στη μουσική. Τότε ήταν που ο Lord, συνάντησε τον Richie Blackmore για πρώτη φορά. Το τρίο όμως δεν κατάφερε και πολλά λόγω της συμπεριφοράς του Curtis. Ο Edwards όμως είχε ενθουσιαστεί από τον Lord και του ζήτησε να φτιάξει ένα συγκρότημα. Ο Lord, επικοινώνησε με τον μπασίστα Nick Simper με τον οποίο είχε συνεργαστεί παλαιότερα και κάλεσε τον Blackmore από το Αμβούργο όπου κατοικούσε. Η αρχική επιλογή για το συγκρότημα ήταν ο Bobby Woodman, αλλά τελικά την θέση πήρε ο Ian Paice, ο οποίος είχε έρθει μαζί με τον Rod Evans όταν έκανε audition για τα φωνητικά. Το συγκρότημα αρχικά ονομάστηκε Roundabout αλλά τον Μάρτιο του 1968 πήραν την μορφή “Mark Ι” των Deep Purple.
via
0 Σχόλια