Θυμωμένη Gonca Özmen

Πήρα το πρόσωπό σου και το άφησα στη θάλασσα αθόρυβα
Στο νερό ένας αφηρημένος μύθος από το στόμα ενός ψαριού
Σαν κατάλαβα τις πόλεις, είδα τα ντροπαλά σπουργίτια
Τα γείσα θυμωμένα απ' τη γλώσσα του ξύλου
Το χώμα δεν μπορεί πια ν' απορροφήσει τον θόρυβο
Ένα σπίτι ξάπλωσε στη σκιά ενός δέντρου
Οι μέρες περνούν και φεύγουν

Ολοένα γερνάει ο ήχος του βραδιού
Κι εσύ στο λυκόφως με το βλέμμα να πηγαινοέρχεται
Σ' έναν μακρύ δρόμο που τον θυμάμαι αχνά
Αν με φιλήσεις, θα σκορπίσει ο χρόνος
Η αυλή σου θα γίνω, το αγριόχορτό σου

Gonca Özmen (Γκοντσά Οζμέν)

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια