Ο ΛΟΓΟΣ

I
Εν αρχή ην ο Λόγος
κι ούτε που ξέρω λόγος τι θα πει.

Ω Μέμφις
των μυρμηγκιών·
ιερογλυφικά θ’ αφήσω μόνο
τ’ άσπρα μου κόκκαλα
λευκή υπογραφή πάνω στην έρημο
κάτω από τ’ άστρα.

II
Εν αρχή ην ο Λόγος
κι ούτε που ξέρω Λόγος τι θα πει.

Στις πυραμίδες τίποτε δεν έμαθα.

Ο Σείριος ήταν τότε αρχηγός των πλημμυρών.

Δεν είχα κήπο.

Κ’ οι Νασαμώνες ζούσαν δυτικά και είχαν σπίτια από άσπρο κι από κόκκινο αλάτι.
Και ο Ραμψίνιτος κατέβαινε στον Άδη για να παίζει με τη Δήμητρα πεσσούς.
Και δύο λύκοι οδηγούσαν τον τυφλό ιερέα στο ναό.
Κι ο Χέοπας που έβαλε την κόρη του σε οίκο ανοχής για να μπορέσει να τελειώσει τη
Μεγάλη Πυραμίδα.
Κι ο Μυκερίνος που αγάπησε την κόρη του και πλάγιαζε μαζί της·
κι όταν η κόρη πέθανε την έκλεισε σε μια χρυσή αγελάδα για να μη χαθεί μέσα στη
γη.
Κι εγώ ζούσα στους βάλτους μ’ ένα δίχτυ για τα ψάρια.
Κι ούτε που ξέρω Λόγος τι θα πει.

Α να μπορούσα να κοιτάξω απ’ τα παράθυρα
του ανεμοστρόβιλου.
Μια πεταλούδα καθισμένη σε μια φλούδα πεπονιού που πλέει στο Νείλο.
Μην είναι η πεταλούδα τούτη τα πανιά του καραβιού της Ίσιδας;
Μην είναι η πεταλούδα τούτη η σκηνή του βασιλιά πάνω στο πλοίο του Θανάτου;
Κι ούτε που ξέρω Λόγος τι θα πει…

Άλφα ο Άντρας κ’ η γυναίκα Ωμέγα·
ώ η γυναίκα ω
και οι καμπύλες της
πύλες του αλφάβητου.
Τάχα θα καταφέρω να ενώσω αυτά τα γράμματα σε Λόγο;

ΙΙΙ
Ποια μουσική φυσάει και λυγίζουνε τα χάλκινα σπαθιά και κυματίζουν όπως
μούσκλα σε τρεχούμενο νερό;
Ποια μουσική;
Φυσά ο χρόνος και γυρίζει η φτερωτή των εποχών.
Κύμα σηκώνεται και κύμα πέφτει.
Βιβλίο από πηλό· μα έχω κλείσει
το φοβερό μου μυστικό μες στην παρένθεση
των δύο μηνίσκων της Σελήνης.
Τάχα θα μου δανείσουνε τα ζώα τους
οι Ευαγγελιστές;
Τάχα θα καταφέρω να ενώσω αυτά τα ζώα σε μια σφίγγα;

(από την συλλογή ο Καθρέφτης του Πρωτέα)
Γιάννης Υφαντής

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια